- ζόμπι
- το1. η θεότητα τού πύθωνα στις λατρείες βουντού2. η θεότητα τού φιδιού τής τελετουργίας βουντού3. η υπερφυσική δύναμη που, σύμφωνα με την πίστη τών βουντού, μπορεί να ζωοποιήσει ένα νεκρό σώμα4. άνθρωπος χωρίς θέληση και ομιλία, ικανός μόνο για αυτόματη κίνηση (ο οποίος θεωρείται ότι πέθανε και επαναζωοποιήθηκε ή ότι ναρκώθηκε για να βρίσκεται σε κατάσταση καταληψίας κατά τη διάρκεια τού ενταφιασμού του).[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. Zombi(e), αφρικανικής προελεύσεως όρος από τη γλώσσα τού Κονγκό, που δηλώνει τη θεότητα τού πύθωνα στις λατρείες βουντού, και η οποία κατέληξε να δηλώνει διάφορα αντικείμενα, δυνάμεις ή θύματα τών εν λόγω τελετουργιών].
Dictionary of Greek. 2013.